expr:class='"loading" + data:blog.mobileClass'>
English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

14.3.13

Λιτόχωρο: Το σκαλοπάτι των θεών

Από εδώ μπορείς να κοιτάξεις προς τα πάνω, ως τα άδυτα της μυθολογίας στις κορφές του Ολύμπου και προς τα κάτω, προς τη θάλασσα, ως την πρόσφατη ναυτική ιστορία της πολιτείας, να περπατήσεις στη χαράδρα του Ενιπέα και στα γευστικά μονοπάτια τού χθες και του σήμερα

Λιτόχωρο: Το σκαλοπάτι των θεών


Το βουνό που λάμπει
Οσο το σκέφτομαι τόσο αποκτώ τη βεβαιότητα ότι ο Ολυμπος είναι το πιο ξακουστό βουνό της Γης. Είναι που η ελληνική Μυθολογία ακούγεται σε όλα τα σχολειά του πολιτισμένου κόσμου και πλήθος μικρά και μεγάλα παιδιά ανεβαίνουν με τη φαντασία τους στον θρόνο του Δία. Ο ελβετός διανοούμενος φωτογράφος Φρεντ Μπουασονά είχε γράψει: «Κανένα έθνος δεν έχει μια έκταση που να μπορεί να συγκριθεί με την περιοχή του Ολύμπου, τόσο πλούσια σε μύθους, αναμνήσεις ιστορικές, ομορφιές κάθε λογής». Αυτός και ένας άλλος Ελβετός, ο επίσης φιλέλληνας ποιητής Ντανιέλ Μπο-Μποβί, ήταν οι πρώτοι που ανέβηκαν ως την κατοικία των θεών, τον Μύτικα, πριν από έναν αιώνα. Προτού επιχειρήσουν το ακατόρθωτο, πέρασαν από το Λιτόχωρο και πήραν για οδηγό τους τον κυνηγό αγριοκάτσικων Χρίστο Κάκαλο που τους οδήγησε στην κορυφή του Ολύμπου. Ετσι συμβαίνει πάντα κάθε φορά που προσεγγίζεις τον Ολυμπο. Περνάς από το Λιτόχωρο. Σε αυτό χαρίστηκε το μοναδικό προνόμιο να έχει μέσα στα παράθυρά του την πύλη εισόδου του βουνού, τον Ενιπέα, και τις ψηλότερους κορφές του, τον Μύτικα που πάντα δικαιολογεί τον ρόλο του ως έδρας του νεφεληγερέτη πατέρα των θεών, και το Στεφάνι, που το ονόμασαν Θρόνο του Δία. Οσο και αν η συναρπαστική αυτή εικόνα σε αιχμαλωτίζει σαν το πεπρωμένο σου, το Λιτόχωρο δεν κοίταζε μόνο προς τα πάνω, αλλά και προς τα κάτω, προς τη θάλασσα. Αυτό ήταν η αποκάλυψη του πιο πρόσφατου ταξιδιού μας εκεί. Την παρουσίασε μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας τα Ναυτικό Μουσείο Λιτόχωρου, μαζί με τις άλλες παραδοσιακές αξίες, τη μαγευτική πεζοπορία στο φαράγγι του Ενιπέα και την εξερεύνηση της εντυπωσιακής γαστριμαργικής παράδοσης του βουνού των θεών της καλής ζωής.

Σπίτι στα όρια της φαντασίας
«Αυτό που είναι τόσο όμορφο, σε σημείο να ξεπερνά κάθε φαντασία, είναι η χαράδρα όπου ο Ενιπέας κυλάει ορμητικά τα νερά του και η οποία ξανοίγεται πίσω από το Λιτόχωρο. Εδώ ο Ολυμπος είναι βαθιά σχισμένος από τους πρόποδες ως τις κορυφές. Χωρίς υπερβολή, θα έλεγε κανείς ότι το βλέμμα εισδύει ως τα έγκατα του βουνού». Ετσι είδε ο γάλλος αρχαιολόγος και περιηγητής Λεόν Εζέ, αυτός που ανακάλυψε το ανάκτορο του Φιλίππου στη Βεργίνα, το Λιτόχωρο και τη χαράδρα του Ενιπέα. Η μαρτυρία του περιέχεται στο ωραίο λεύκωμα  «Ο Ολυμπος του Boissonnas» του καθηγητή Γιάννη Κυρίτση, που τύπωσε ο τότε Δήμος Λιτοχώρου. «Αυτό το ανέβασμα δεν το χορταίνω ποτέ, κάθε μέρα είναι και μια καινούργια εικόνα» μας λέει ο Γιώργος Παπαμιχαήλ. Την ίδια αίσθηση έχει και ο επισκέπτης καθώς ανεβαίνει τον κεντρικό δρόμο του Λιτόχωρου που καταλήγει στην πλατεία, αναζητώντας αφετηρία για τις εξορμήσεις του στο βουνό. Και όταν τελικά βρει αυτή τη ζεστή γωνιά του - για εμάς η ιδανική ήταν το ξενοδοχείο «Olympus Mediterranean» (τηλ. 23520 81831, www.mediterraneanhotels.gr), ανοίγει το παράθυρο του δωματίου του και αμέσως τον τυλίγει η ατμόσφαιρα της πολιτείας, σαν τον λευκό καπνό που αναθρώσκει από τις καμινάδες. Προς τα πάνω οι κόκκινες στέγες σπρώχνουν τη ματιά του να χωθεί στην κατάφυτη χαράδρα του Ενιπέα και να εκτοξευθεί ως τον Θρόνο του Δία. Προς τα κάτω οι κεραμοσκεπές οδηγούν μαλακά τη ματιά προς τη θάλασσα, προς τα εκεί που ανατέλλει ο βασιλιάς ήλιος, ο οποίος ρίχνει την εξουσία του και πάνω στο βουνό που, όπως είπε ο Μπουασονά, είναι «ένας ολόκληρος κόσμος αντιθέσεων, χρωμάτων, σκιών και φωτός».

Κάπως έτσι κοιτάζει και το Λιτόχωρο, προς τον Ολυμπο και προς το πέλαγος. Και ενώ η πρώτη ματιά είναι παγκοσμίως γνωστή, η δεύτερη είναι σχεδόν άγνωστη. Υπήρχε όμως πάντα, σαν τραγούδι μιας άλλης εποχής: «Βάρκα θέλω ν' αρματώσω με σαράντα δυο κουπιά / και με εξήντα παλικάρια να σε κλέψω μια βραδιά. / Να σε πάρω να σε πάω στου Ολύμπου το βουνό». Οι Λιτοχωρίτες δεν αρμάτωναν απλώς βάρκες, αλλά πλήθος μεγάλα καράβια: «Κινήσαν τα καράβια, τα λιτοχωρνά / κίνησε κι ο καλός μου, να πάει στην ξενιτιά» τραγουδούν ακόμη στα γλέντια. Ολα αυτά τα βλέπεις παραστατικά στο Ναυτικό Μουσείο του Λιτόχωρου, στο οποίο είχε την καλοσύνη να μας πάει ο δήμαρχος Δίου - Ολύμπου Γιώργος Παπαθανασίου και να μας ξεναγήσει ο πρόεδρός του Νίκος Βλαχόπουλος, μια αντιπροσωπευτική ναυτική φυσιογνωμία.

Το τραπέζι χθες και σήμερα
Το φαγητό στο Λιτόχωρο είναι μια ενδιαφέρουσα  ιστορία με παρελθόν και παρόν. Στο παρόν δεσπόζει το γαστροδρόμιο «Εν Ολύμπω» του Ανδρέα Γάβρη που είναι ό,τι πιο προωθημένο και νόστιμο έχει να επιδείξει η περιοχή στη γεύση. Στο τραπέζι σας έρχονται λάχανο σαλάτα με ξινόμηλο, βερίκοκα ξερά, καρύδια, βινεγκρέτ, μηλόξιδο μελιού, και παξιμαδάκια καλαμποκόψωμου, σουπιές με ποικιλία μανιταριών και τραχανά (ελαιόλαδο, κρεμμύδι, λίγο σκόρδο, λευκό κρασί, μαϊντανός, μαύρο πιπέρι, τραχανάς σταρένιος βρασμένος με μελάνι σουπιάς), μπουρανί (ρύζι, ελαιόλαδο, βούτυρο φρέσκο, κρεμμύδι, μανιτάρια διάφορα, τσουκνίδα, γραβιέρα Κρήτης παλαιωμένη, μαϊντανός, πιπέρι λευκό, άρωμα τρούφας), ρεβίθια με μανιτάρια πλευρώτους και μαστίχα Χίου (κρεμμύδι, φρέσκο λεμόνι, κρασί λευκό, άνηθος, πιπέρι λευκό) που συνοδεύονται από μους φέτας, αρνάκι γάλακτος λεμονάτο με αρμπαρόριζα, πλιγούρι, σέλινο και ψημένα αμύγδαλα, τζιγεροσαρμάδες με σάλτσα αρνιού και πίτες. Αυτά και άλλα πολλά συνοδεύονται στην αρχή με «Μυθικό βουνό», ένα λευκό, ξηρό, κρασί (μαλαγουζιά και ασύρτικο) από το Λιτόχωρο.

Μια πιο αντιπροσωπευτική γεύση της γαστριμαργικής παράδοσης της περιοχής παρουσιάζεται στα «Πιθάρια», όπου στη σούβλα γυρίζουν αρνάκι, πανσέτα, κεμπάπ χοιρινό, κοτόπουλο, και τα συντροφεύουν στο τραπέζι κεφαλοτύρι σαγανάκι, πιπεριές τηγανητές, μελιτζάνα ψητή, σκουμπρί, γαλοτύρι, σαλάτα ρόκα, τηγανιά «Πιθάρια», τηγανιά λεμονάτη, ζυγούρι στη γάστρα, κότσι χοιρινό και ο μοναδικός τράγος με μελιτζάνα, ντομάτα και κεφαλοτύρι στο πήλινο.

Ωστόσο, στο τραπέζι των σπιτιών στο Λιτόχωρο εμφανίζονται ακόμη πιο αυθεντικές εκφάνσεις της παράδοσης, όπως η μοναδική πίτα με κρέας τραγιού  -η οποία κόβεται και το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς ως βασιλόπιτα- , πράσα λαδερά, κεφτέδες σε κουρκούτι, ψάρια στον ταβά, σούπα από κότα γεμιστή με συκωτάκια και ρύζι, κρεμμυδοκεφτέδες, σαρδέλες με άγρια χόρτα, μπομπότα με κόκκινο κολοκύθι, καλαμάρια γεμιστά. Σε αυτόν τον υπέροχο κόσμο μάς ξενάγησαν η Ντίνα Μακρή και ο Βαγγέλης Λιάγκας, οι οποίοι φρόντισαν να έχουμε μια πραγματική γεύση του. Στο τραπέζι της «Οστριας» έφεραν πίτα με κρέας τραγιού, κεφτέδες με κουρκούτι και πράσα λαδερά.

Η «Οστρια» είναι η αντιπρόσωπος της θάλασσας στο Λιτόχωρο, και μετά τα παραδοσιακά φαγητά έφεραν και τα δικά τους, τυροκαυτερή, χταπόδι ψητό, γίγαντες φούρνου, μελιτζάνα τουρσί, σουπιές κρασάτες με άγρια χόρτα και σπανάκι, πεσκανδρίτσα και βατί αχνιστά, φρέσκες γαρίδες σαγανάκι κ.ά. Μια άλλη γωνιά με γεύσεις της θάλασσας, με ειδικότητα στα φημισμένα μύδια της παραλίας της Κατερίνης, είναι η «Εφέσου Γεύσεις» στη Νέα Εφεσο, όπου δοκιμάσαμε τσιπουρομεζέ (σκουμπρί καπνιστό), σπέσιαλ χταπόδι τηγανιά, μελιτζάνα στα κάρβουνα με ντομάτα, σκόρδο και μαϊντανό, μανιτάρια στα κάρβουνα, γαρίδες στο κουρκούτι με σάλτσα γιαουρτιού, σπάρους τηγανητούς, γαρίδες ψητές.

Ο Βαγγέλης Λιάγκας διατηρεί και ανεβάζει το προκλητικό ζαχαροπλαστείο που ξεκίνησε ο παππούς του και παρέλαβε από τον πατέρα του. Φτιάχνει εξαιρετικά την πουτίγκα, η οποία θεωρείται αντιπροσωπευτικό γλυκό της περιοχής, όπως και τη σοκολατίνα και την «μπανάνα» (σφολιάτα με καρύδι ελαφρώς σιροπιασμένο) και πολλά άλλα.

Περπατώντας στη χαράδρα του Ενιπέα
Η κλασική ματιά του Λιτοχώρου προς τα πάνω διατηρεί ατόφια τη σαγήνη της. Ακόμη και στη σχετικά προσιτή χαράδρα του Ενιπέα. Η πεζοπορία από τα Πριόνια (10 χλμ. από την άσφαλτο, στα 1.100 μέτρα) ως το Λιτόχωρο είναι 5 ώρες και δεν είναι πάντα κατηφόρα όπως φαντάζεται ο πεζοπόρος, γιατί ανεβοκατεβαίνει στις όχθες της χαράδρας. Δεν είναι εύκολη αυτή την εποχή ούτε το πρώτο, μικρό κομμάτι της διαδρομής, από τα Πριόνια ως τη βραχοσκεπή όπου ασκήτευσε ο Αγιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω και το παλιό μοναστήρι του στην αντίπερα όχθη. Την ημέρα που το κάναμε εμείς το μονοπάτι στην ανήλια όχθη της χαράδρας ήταν τόσο πολύ παγωμένο που ανησύχησε, προφανώς για τη δική μας ασφάλεια, τον πολύ έμπειρο οδηγό μας, τον Πέτρο Μήλιο, πρόεδρο του Ορειβατικού Συλλόγου Κατερίνης. Ευτυχώς, δεν γυρίσαμε πίσω και με πολύ μεγάλη προσοχή κατεβήκαμε αργά στο βάθος της χαράδρας, όπου δεν υπήρχε πάγος και τα πατήματά μας στο έδαφος έγιναν σίγουρα. Τότε μπορέσαμε να στρέψουμε την προσοχή μας στο απίθανο τοπίο, το ορμητικό ποτάμι που περνούσε γρήγορα κάτω από τα ξύλινα γεφύρια, τους βουερούς καταρράκτες και τις πολύχρωμες λίμνες μέσα στις οποίες εκτόνωναν τον οίστρο τους, το στρωμένο με πεσμένα φύλλα μονοπάτι και τα σκαλοπάτια από κορμούς που ελίσσονταν ανάμεσα στα ψηλόλιγνα πεύκα και τις λυγερόκορμες, γυμνές, οξιές. Φτάσαμε σε ένα σημείο όπου η διαδρομή διακλαδώνεται προς το σπήλαιο του Αγίου Διονυσίου (20 λεπτά από εδώ) και προς το κοντινό παλιό μοναστήρι, που είναι μια ολόκληρη ιστορία, συνολικά 1 ώρα υπό κανονικές συνθήκες από τα Πριόνια. Από τη διακλάδωση η βασική διαδρομή συνεχίζει για το Λιτόχωρο (4 ώρες).

Στο βουνό οι συντροφιές δένουν, ειδικά όταν υπάρχουν δυσκολίες και η αλληλοβοήθεια είναι απαραίτητη. Δεν θα περνούσαμε πολλά σημεία του παγωμένου μονοπατιού αν δεν κρατούσε ο ένας τον άλλον. Ωστόσο ακόμη πιο πολύ δένουν οι συντροφιές γύρω από το τραπέζι στο τέλος της διαδρομής. Και η ατμόσφαιρα που έχει δημιουργήσει ο Δημήτρης Κυρίτσης στο «2.917»  -το ύψος του Μύτικα-, στα Πριόνια, είναι όντως ορειβατικού καταφυγίου. Και τα φαγητά είναι του βουνού: εξαιρετική γίδα βραστή και απίθανη φασολάδα, και μαζί φέτα ψητή, ελιές, σαλάτες, χόρτα.




tovima

Αποκριά: Με τους «Μέριου» του Σοχού

Ένα ακόμη ζωντανό, παραδοσιακό δρώμενο με κουδουνοφόρους μπλέκει την παλιά θρησκεία με τη νέα σε ένα ξεφάντωμα που όμοιό του δεν υπάρχει πουθενά

Αποκριά: Με τους «Μέριου» του Σοχού


Ενα τυχαίο ζάπινγκ στο εξαιρετικό αφιέρωμα της εκπομπής «Αληθινά σενάρια» του Νίκου Ασλανίδη στην ΕΤ3 για τους κουδουνοφόρους «Μέριου» του Σοχού με έκανε να κλείσω αμέσως αεροπορικό εισιτήριο για Θεσσαλονίκη. Ο Σοχός, που απέχει από τη συμπρωτεύουσα περίπου 56 χλμ., πέρα από τα τοπικά προϊόντα (ανάμεσά τους το διάσημο κασέρι), είναι γνωστός για το δρώμενο των κουδουνοφόρων «Μέριου», όπως τους λένε οι Σοχινοί στην τοπική διάλεκτο, οι οποίοι μάλιστα συμμετείχαν στην τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας. Στο αεροδρόμιο ο Χρήστος Καρακούτας ήρθε να με παραλάβει με το ταξί του φορώντας το καπέλο της «παππουδίστικης» παραδοσιακής φορεσιάς. Αν και νέος, ίσως να είναι και ο πιο φανατικός «Μέριου» που συνάντησα στον Σοχό. Ο Χρήστος ανέλαβε να με κατατοπίσει: «Εμείς από τους παππούδες μας βρήκαμε το έθιμο. Εκείνοι λέγανε ότι είναι διονυσιακό δρώμενο. Ακόμα, ότι και ο Μέγας Αλέξανδρος είχε ντύσει τους στρατιώτες με προβιές από κατσίκια και με κουδούνια όταν ήταν αντιμέτωπος με τους ελέφαντες, οι οποίοι από την οχλαγωγία των κουδουνιών τράπηκαν σε φυγή. Οταν ήρθε κάποτε εδώ ο Αγιος Θεόδωρος, για να μην τον βρουν οι αλλόθρησκοι, τον ντύσανε με προβιές και κουδούνια όπως τα ζώα και πέρασε μέσα στο κοπάδι σαν τραγί και σώθηκε, γι' αυτό και του Αγίου Θεοδώρου βάζουμε κουδούνια. Βέβαια κάποιοι τον υποστηρίζουν αυτόν τον θρύλο, άλλοι λένε ότι πήγε να γίνει ένα δέσιμο με τον χριστιανισμό και βγήκε και αυτό το "μασάλι" (ψέμα). Γι' αυτό και κεντάνε στο καλπάκι τον σταυρό»...

«Μέριου» και καρναβαλιστές
Καθ' οδόν προς την κεντρική πλατεία έχει στηθεί ένα μεγάλο πανηγύρι. Πρώτα και καλύτερα τα συγκρουόμενα αυτοκινητάκια του Λούνα Παρκ και τα αγαπημένα καραβάκια. Πάγκοι μικροπωλητών με διάφορα διακοσμητικά, παιχνίδια, ακόμη και κουδούνια έχουν στηθεί κατά μήκος του δρόμου που σε λίγο ανηφορίζει για να δώσει σειρά στις υπαίθριες ψησταριές. Σύννεφα τσίκνας σηκώνονται ενώ οι καρναβαλιστές τρωγοπίνουν και χορεύουν. Ο αντιδήμαρχος Αποστόλης Μισχόπουλος, ως μέλος της οργανωτικής επιτροπής, τρέχει συνεχώς πάνω-κάτω ώστε να γίνουν οι εκδηλώσεις συντονισμένα: χορωδίες, χορευτικά συγκροτήματα, ορχήστρες, δρώμενα από φιλοξενούμενες ομάδες άλλων πόλεων, καθώς και η παρωδία του σοχινού γάμου με το γαμήλιο γλέντι όπου θα μοιραστεί στον κόσμο γίδα βραστή, κρασί και διάφορα εδέσματα, θα τελεστούν το τελευταίο Σάββατο και την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς. Την Καθαρά Δευτέρα είναι η μεγάλη παρέλαση των κουδουνοφόρων ενώ θα μοιραστούν στους επισκέπτες πίτες με σκληρό χαλβά και παραδοσιακή φασολάδα. «Το έθιμο το βρήκα από τον πατέρα μου, είμαι σόχαλης, και προσπαθώ να το ακολουθώ. Εχω δύο παιδιά που ντύνονται καρναβάλια. Τα παλιά τα χρόνια μοιραζόμασταν τις στολές και τα κουδούνια που κρατούν από τον παππού μου. Φέτος ευελπιστώ να βρω χρόνο να ντυθώ γιατί το συναίσθημα είναι υπέροχο να κερνάς τους φίλους σου, να γλεντάς με τις παρέες και να κάνεις βόλτες μέσα στο χωριό. Θυμάμαι περιπτώσεις όπου είχε πολλή βροχή ή χιόνι αλλά αυτό δεν μας σταμάτησε ποτέ. Προσκαλούμε όλο τον κόσμο να συμμετέχει στις εκδηλώσεις σε ένα δρώμενο με ιστορία αιώνων».   

«Αν δεν γίνουν καλά καρναβάλια, δεν γίνονται τα καλαμπόκια» Εντεκα χρόνια τώρα η Λαογραφική Ομάδα Γυναικών, μια παρέα από τριάντα φίλες, αναβιώνει έθιμα που είχαν ατονήσει και συμμετέχει στις εκδηλώσεις ως ανάγκη έκφρασης. Η κυρία Χρυσή Νόικου μάς είπε: «Από το 2004 και κάθε χρόνο αναλαμβάνουμε σε κάποιον χώρο που μας παραχωρείται την περίοδο της Αποκριάς να αποτυπώσουμε εικόνες των λαογραφικών μας εθίμων, όπως εφέτος το ξεσπύρισμα του καλαμποκιού, μία από τις κυριότερες ασχολίες, αφού από παλιά το καλαμπόκι ήταν πολύ σημαντικό για την οικονομία του χωριού. "Αν δεν γίνουν καλά καρναβάλια, δεν γίνονται τα καλαμπόκια" έλεγαν οι παππούδες θέλοντας να τονίσουν τη σύνδεση των δρώμενων με τη γονιμότητα της γης». Μεγάλη ήταν η συμβολή της ομάδας στο Τοπικό Μουσείο Σοχού, που άνοιξε τον Νοέμβριο του 2010. Στον πρώην σουσαμόμυλο προσφέρθηκαν τα συγκεντρωμένα αντικείμενα που βρέθηκαν πεταμένα σε ρέματα από τις κυρίες, ενώ οι ίδιες ανέλαβαν να συγκεντρώσουν πληθώρα δωρεών από Σοχινούς.     

Στο εργαστήριο με τα καλπάκια
Το εργαστήριο του Γιώργου Γρούσκου είναι η χαρά των χρωμάτων! Αποκριάτικες και παραδοσιακές στολές, χρωματιστά υφάσματα, σάλπες πλεχτές από τη γιαγιά Φανή, κόλλες γκοφρέ, τρέσες, κλωστές, ένας μαγικός κόσμος! Ο κ. Γιώργος ανέλαβε το ραφτάδικο του πεθερού που έφτιαχνε καλπάκια και έτσι έμαθε τη τέχνη. Σήμερα συνεχίζει ο γιος του Ακης: «Εκείνα τα χρόνια ήταν δυο-τρία εργαστήρια που ασχολούνταν με το έθιμο, τώρα υπάρχει μόνο το δικό μας. Εφυγαν οι παλιοί και δεν ασχολήθηκαν κάποιοι από τις οικογένειες», και μας εξηγεί: «Για να γίνει ένα καλπάκι θέλει αρκετό χρόνο. Πρώτα κεντιέται το ύφασμα στη μηχανή με διάφορα σχέδια και χρώματα για να έχει ο κόσμος καλή σοδιά. Καθετί πάνω στο καλπάκι, συμβολίζει κάτι από την παράδοση του τόπου. Βέβαια όσοι το βλέπουν εντυπωσιάζονται πολύ από τις πολύχρωμες γκοφρέ κόλλες, τις κορδέλες, την ουρά της αλεπούς και τα μακριά μουστάκια από τρίχα αλόγου».  

Η παραδοσιακή στολή «Μέριου»
«Πρώτα φοράω το φανέλο με τα μανικέτια, όπως ονομάζονται οι πλεκτές μπορντούρες των μανικιών» εξηγεί ο Αποστόλης Βουλγαρίδης. «Στη συνέχεια το πουκάμισο που διπλώνουμε στους αγκώνες για να φαίνονται τα μανικέτια. Μετά φοράω τα δέρματα: παντελόνι και σακάκι χωρίς μανίκια από δέρμα τράγου με μακριά τρίχα. Χρειάζονται 12 τομάρια ζώων για να γίνουν. Μετά βάζω τα δερμάτινα τσαρούχια με μάλλινες κάλτσες». Στη συνέχεια με τη βοήθεια του πατέρα του ο Αποστόλης θα φορέσει τα κουδούνια που είναι δεμένα στο σχοινί. Αφού δεθούν σφιχτά, τα στερεώνουν με το υφαντό ζωνάρι μήκους 6,5 μέτρων. Μετά φοράει την κόκκινη πλεχτή στο «τσιγγελάκι» (βελονάκι) σάλπα και τέλος το καλπάκι. Τότε ο κ. Θανάσης θα τραγουδήσει ένα τραγούδι για να χορέψει ο Μέριου, ενώ φεύγοντας θα ρίξει στον δρόμο ένα κανάτι νερό για το καλό. «Ο Μέριου κρατάει τσίπουρο και κερνάει φίλους και γνωστούς» μας λέει ο Αποστόλης. «Κρατάει επίσης μια γκλίτσα ή σπαθί αληθινό που συμβολίζει τους πολεμιστές του Αγίου Θεοδώρου».

Στον «Ξενώνα Ρόιδα»
Λίγο πριν από το κέντρο του Σοχού η μισοκρυμμένη καγκελόπορτα οδηγεί σε έναν όμορφο κήπο με μια πισίνα στο κέντρο. Εκεί βρίσκεται και η κεντρική πόρτα της εισόδου του «Ξενώνα Ρόιδα» (τηλ.: 23950 23026, 6978070342, www.roidasohos.gr), του μοναδικού της περιοχής, που ανέλαβε το 2006 η οικογένεια Μαργαρίτη. Με πολύ μεράκι ο μαθηματικός κ. Τριαντάφυλλος φροντίζει το μαντρί με 100 κατσίκια, ενώ η σύζυγος μαγειρεύει παραδοσιακές νοστιμιές για τους φιλοξενουμένους των δέκα δωματίων του ξενώνα. Η Ρόιδα και ο Κωνσταντίνος - τα παιδιά - έχουν αναλάβει τη διεύθυνση. «Εχουμε δικά μας αμπέλια και βγάζουμε κρασί κόκκινο μερλό και καμπερνέ, λευκό και τσίπουρο διπλοβρασμένο» μου εξηγεί ο Κωνσταντίνος. «Σερβίρουμε το δικό μας κρέας, φτιάχνουμε τυρί κατσικίσιο και γιαούρτι. Εχουμε επίσης κότες για φρέσκα αβγά ενώ πρόσφατα αγοράσαμε και χοίρους. Η μαμά κάνει και παραδοσιακά γλυκά: καρυδάκι από τις καρυδιές μας, κυδώνι και βύσσινο».

Ο τελευταίος τσαρουχοποιός των «Μέριου»
Τελευταίος από τους παλιούς μάστορες ο κ. Κώστας Τσολάκης ξεκίνησε με τη ραφή των κοστουμιών του Καρναβαλιού και τα τσαρούχια. «Πρώτα ο καθένας έπαιρνε τα δέρματα, τα επεξεργαζόταν στο σπίτι και με τη σακοράφα τα έραβαν στο χέρι» θα μας πει ο γιος του Ζαχαρίας που τον διαδέχεται στην τέχνη. «Αργότερα προέκυψε η ανάγκη του ράφτη, οπότε ξεκίνησε και η δουλειά. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με τα τσαρούχια. Παλιά έπαιρναν το δέρμα από αγριογούρουνα και τα έραβαν στο χέρι. Τώρα γίνονται από μοσχάρι. Ο πατέρας μου δουλεύει από 12 χρονών παιδί - τώρα είναι 78 χρονών. Το Καρναβάλι είναι μέρος της ζωής μας. Από παιδί ντυνόμουνα καρναβάλι, όπως και ο πατέρας μου και ο παππούς μου. Νοίκιαζε ο πατέρας μου τα κουδούνια για 10 μέρες γιατί ήταν ακριβά, ενώ στολές είχαμε λόγω επαγγέλματος».

Πορτοκάλια για την «Καλή Αποκριά»
Ο παλιός κινηματογράφος της δεκαετίας του 1970 μεταμορφώθηκε σε καφετέρια τη δεκαετία του 1990, ενώ τα τελευταία έξι χρόνια ο Βαγγέλης Νόικος λειτουργεί την ταβέρνα «Αρχοντικό». Βρήκαμε τη μαγείρισσα μαμά Πελαγία να ψήνει το παραδοσιακό αποκριάτικο γλυκό κουταλιού πορτοκάλι, με αναλογία για κάθε 2 κιλά - 2 κιλά ζάχαρη. «Την περίοδο της Αποκριάς ο κόσμος τρώει πολλά κρέατα» μας είπε. «Σπεσιαλιτέ μας το γκιούλμπασι με τριών ειδών κρέατα - αρνάκι, μοσχάρι και χοιρινό -, με λαχανικά, πιπεριές και κρεμμυδάκι στο πήλινο, το χοιρινό κότσι ψητό στο φούρνο και το περίφημο κυνήγι αγριογούρουνο στιφάδο». Την Καθαρά Δευτέρα το τραπέζι του εστιατορίου γεμίζει εκλεκτά θαλασσινά: σουπιές με κρεμμυδάκι, καλαμάρια γεμιστά, μυδοπίλαφο, χταποδάκι, μύδια αχνιστά, αν και αρκετοί επιμένουν στο κρέας: «Χρησιμοποιούμε εκλεκτά κρέατα Σοχού», μας λέει ο Βαγγέλης, «όπως επίσης ντόπια τυριά, κρασιά και τσίπουρα». Ο Σοχός φημίζεται επίσης για τις πίτες: τυρόπιτα και γλυκιά ρυζόπιτα που συνοδεύεται από σκληρό χαλβά και πορτοκάλια, που προσφέρουν στους μεγαλύτερους και, αφού φιλήσουν το χέρι για να συγχωρεθούν, εύχονται «Καλή Αποκριά».

«Το κουδούνι είναι λατρεία. Αν το 'χεις μέσα σου σε απορροφά»
Περπατάμε στον Σοχό και ο Χρήστος κλείνει τη διήγησή του:

«Το έθιμο δεν σταμάτησε ποτέ. Ούτε με τους Τούρκους. Απλά δεν πηγαίνανε τα καρναβάλια στα τούρκικα καφενεία. Εχει μείνει στην ιστορία ότι μπήκανε δυο καρναβάλια και κάνανε ένα τραγούδι. Τα καρναβάλια συνέχεια τραγουδάνε και χορεύουνε σε συγκεκριμένες κινήσεις με μετρημένα βήματα με τραγούδια κυρίως ερωτικά. Το κουδούνι είναι λατρεία, αν το 'χεις μέσα σου σε απορροφά. Θέλει πολλή μελέτη γιατί κάθε κουδούνι έχει τον ήχο του, τη νότα του. Τα κουδούνια είναι μια ντουζίνα: 24ρι 22ρι, 20ρι και 18ρι, ενώ η πίσω κουδούνα είναι το μπατάλι. Εχουν βάρος συνολικά γύρω στα 12-15 κιλά μαζί με τα λουριά. Παλιά επειδή δεν μπορούσαν να βρουν κουδούνια, έπρεπε να πάνε στην Παραμυθιά στα Γιάννενα (εκείνα έχουν πάνω φιγούρα την Παναγίτσα με τον Χριστό) ή στη Τουρκία (μισοφέγγαρο) και στη Βουλγαρία (σταφύλι). Ολη η ουσία είναι να έχεις μια ταιριασμένη ντουζίνα ώστε μαζί με το μπατάλι να σου δώσουν μια μελωδία, αλλιώς δεν το χαίρεσαι. Οι γυναίκες φορούν ντουζίνα 22ρα και τα παιδιά 14ρα».

Ευχαριστούμε τον δήμαρχο Λαγκαδά Ιωάννη Αναστασιάδη, τον πρόεδρο της ΔΗ.Κ.Ε.Λ. Γιώργο Σεπιάδη και τον Αποστόλη Μισχόπουλο, αντιδήμαρχο Περιβάλλοντος, Πολιτικής Προστασίας και Πρασίνου, για τη βοήθεια και τη φιλοξενία.




tovima.