Η ομορφιά του Μόλυβου προκαλεί: εδώ, στο βορειοδυτικότερο άκρο της Λέσβου, η ένταση της λυτρωτικής γοητείας είναι τέτοια που οι αντιστάσεις κάμπτονται, οι όποιες αμφιβολίες περνούν σε δεύτερη μοίρα, οι αισθήσεις αναζωογονούνται. Για να το πούμε πιο απλά, ο Μόλυβος είναι προκλητικά όμορφος, το ωραιότερο δώρο της Λέσβου στον επισκέπτη και μάλλον το αδιαφιλονίκητο επιχείρημα για διακοπές στο νησί του Ελύτη.
Η εικόνα του Μόλυβου με τα εκατοντάδες πετρόκτιστα σπίτια, το γραφικό του λιμανάκι και το βενετσιάνικο κάστρο των Γατελούζων να «στεφανώνει» τον ψηλότερο λόφο του χωριού, είναι από τις πιο αναγνωρίσιμες ολόκληρης της Λέσβου· και η πρώτη εικόνα που «σε βάζει στο κόλπο» πως κάτι συμβαίνει εδώ.
Και η εικόνα των αμέτρητων τουριστών που το καλοκαίρι γεμίζουν ασφυκτικά τα γραφικά του καλντερίμια είναι εκείνη που σε πείθει πια πως ήρθες στον πιο δημοφιλή προορισμό του νησιού. Με το δικό του ιδιαίτερο χρώμα, που διατηρείται αναλλοίωτο σε πείσμα των «εκσυγχρονιστικών» καιρών μας, ο Μόλυβος είναι μαζί παραδοσιακός μα και αριστοκράτης, αρχοντικός μα και οικεία ζεστός, βγαλμένος λες από τα εγχειρίδια για το «πώς πρέπει να διατηρείται ένας παραδοσιακός οικισμός».
Βλέπεις, από το 1965, όταν και επίσημα χαρακτηρίστηκε ως τέτοιος, δεν επιτρέπεται σε κανέναν να χτίσει στο χωριό καινούργια κατασκευή με άλλα υλικά, παρά μόνο με πέτρα και ξύλο. Μα έχουν άδικο;
Για ούζα στο λιμάνι
Το ίδιο το χωριό είναι ένα αξιοθέατο που θες να φωτογραφήσεις από κάθε μεριά, κάθε ώρα της μέρας. Σπάνια συναντάς τέτοια αγαστή συνεργασία της πέτρας και του ήλιου, σπάνια κάθε «κάδρο» της φωτογραφικής σου μηχανής είναι κι ένα ακόμα αριστούργημα, με τις αμέτρητες κεραμοσκεπές να ξεχωρίζουν με το έντονο χρώμα τους.
Μια βόλτα όμως στο χωριό θα σου αποκαλύψει κι άλλες γωνιές: η Δημοτική Πινακοθήκη, με αξιόλογα έργα των Τσαρούχη, Μυταρά, Χαλεπά και άλλων, αξίζει μια θέση στο πρόγραμμά σου. Οπως και η όμορφη βασιλική του Ταξιάρχη, του 1795, στο κέντρο του χωριού, και η παραλία του Μόλυβου, με την άμμο και τα καθαρά νερά, που την προτιμούν σταθερά οι φανατικοί φίλοι του χωριού.
Και βέβαια το λιμανάκι του Μόλυβου, με τα καΐκια του, τα καφενεδάκια και τις ταβέρνες, για παρεΐστικες βραδιές με ντόπιο ούζο και όλους τους απαραίτητους θαλασσομεζέδες, ο ένας καλύτερος από τον άλλο, να καταφτάνουν στο τραπέζι σου με καταιγιστικούς ρυθμούς.
Τα καντούνια και οι βρύσες
Περίπου 62 χλμ. χωρίζουν τον Μόλυβο από τη Μυτιλήνη και έχεις να διαλέξεις ανάμεσα σε δύο (τουλάχιστον) διαδρομές καθώς έρχεσαι από την πρωτεύουσα. Η πρώτη είναι μέσω Καλλονής και Πέτρας· και η δεύτερη μέσω Μανταμάδου και Βαφειού. Διαφορά στα χιλιόμετρα δεν υπάρχει και οι δύο διαδρομές μάλιστα είναι εξίσου όμορφες, οπότε η? επιλογή είναι δική σου.
Οταν φτάσεις, όμως, στον Μόλυβο, το ίδιο το χωριό σε παίρνει από το χέρι και σε οδηγεί ανάμεσα στα καλντερίμια του, για να γνωρίσεις ένα ένα τα γραφικά δρομάκια του, μα και τους ανθρώπους του. Να ανέβεις στην αγορά, για να βρεις μαζεμένα τα περισσότερα μαγαζιά του χωριού με ό,τι τραβάει η ψυχή σου, να περπατήσεις κάτω από τα «σαρκίμια», τις φυλλωσιές δηλαδή που σκεπάζουν τον δρόμο χαρίζοντας τη δροσιστική σκιά τους, να πιάσεις κουβεντούλα με τους μαγαζάτορες, να τσουγκρίσεις μαζί τους και ένα και δύο και τρία ρακοπότηρα για το καλωσόρισμα.
Και πάλι μετά να χαθείς στα στενά δρομάκια του και κάθε φορά να βγαίνεις και σ' άλλη ανθισμένη αυλή, να ανακαλύπτεις κι άλλη μία από τις περίπου 25 βρύσες με τις ανάγλυφες επιγραφές, απομεινάρια των οθωμανικών χρόνων. Αμέτρητα τα καντούνια του Μόλυβου, αμέτρητες και οι εκπλήξεις που σε περιμένουν σε κάθε τους γωνιά.
Και όπου κι αν βρίσκεσαι, να μη χάνεις ποτέ τον προσανατολισμό σου: πώς να τον χάσεις, άλλωστε, αφού σχεδόν από παντού θα βλέπεις ή το κάστρο των Γατελούζων στην κορφή πάνω από το χωριό, ή τη θάλασσα; Βλέπεις, ο Μόλυβος έχει χτιστεί στις (απότομες ενίοτε) πλαγιές ενός λόφου, κάτι που κάποτε επέτρεπε στους κατοίκους να αντιλαμβάνονται έγκαιρα τις επιθέσεις πειρατών και σήμερα χαρίζει απίστευτη θέα... αφ' υψηλού!
Μόλυβος ή Μήθυμνα;
Ποιο είναι το πραγματικό όνομα του χωριού; Μόλυβος ή Μήθυμνα; Η απάντηση είναι: και τα δύο. Η αρχαία πόλη που πρωτοχτίστηκε εδώ ονομαζόταν «Μήθυμνα», όπως λεγόταν η κόρη του βασιλιά Μακαρέα, έτσι την αναφέρει ο Θουκυδίδης στην ιστορία του, και έτσι διασώθηκε μέχρι και τα χρόνια της πτώσης του Βυζαντίου. Την εποχή των Γατελούζων εμφανίστηκε και η ονομασία «Μόλυβος», χωρίς να είναι βέβαιο από πού προήλθε αυτό το όνομα (ο άφθονος ορυκτός μόλυβδος της περιοχής είναι μια, ανεπιβεβαίωτη, εκδοχή).
Για αρκετούς αιώνες οι δύο ονομασίες επίσημα συνυπήρξαν, μέχρι το 1912, έτος απελευθέρωσης της Λέσβου και ένωσης με την Ελλάδα. Τότε ο οικισμός πήρε ξανά το αρχαίο του όνομα Μήθυμνα (έτσι αναφέρεται σε χάρτες, επίσημα έγγραφα κλπ.), ωστόσο οι Μυτιληνιοί προτιμούν να τον αποκαλούν Μόλυβο.
Πέτρα: Αυστηρή και περήφανη
Είναι το χωριό της Παναγίας, με τον πελώριο βράχο με τα αμέτρητα σκαλοπάτια, την θάλασσα με τα «παγωμένα» νερά και την αρχοντιά των παλιών καιρών να γεμίζει ακόμα τα καντούνια της. Η Πέτρα δεν έχει τη φήμη και τη σαγήνη του γείτονα Μόλυβου, η ομορφιά της όμως δεν σε αφήνει να την προσπεράσεις.
Ενα από τα πιο σημαντικά κεφαλοχώρια της βόρειας Λέσβου, η Πέτρα απέχει περίπου 57 χλμ. από τη Μυτιλήνη και γύρω στα 5 από τον Μόλυβο. Είναι μάλιστα από εκείνα τα χωριά που χωρίς να ξέρεις ποιο είναι, το αναγνωρίζεις αμέσως. Μπορείς να κάνεις κι αλλιώς; Ο θεόρατος βράχος που δεσπόζει καταμεσής του χωριού δεν σου αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες. Είναι μάλιστα τόσο? παράταιρος με το υπόλοιπο τοπίο που λες «δεν μπορεί, θα έπεσε από τον ουρανό»! Ποιος ξέρει; Με περίπου σαράντα μέτρα ύψος, ο πελώριος βράχος φιλοξενεί στην κορφή του ένα από τα πιο σημαντικά προσκυνήματα στη Λέσβο, την εκκλησία της Παναγιάς της Γλυκοφιλούσας. Η λαϊκή παράδοση λέει πως ένας ναυτικός μετέφερε κάποτε με το πλοίο του την εικόνα της Παναγίας, όταν μια νύχτα συνειδητοποίησε πως η εικόνα χάθηκε από το καράβι. Περνώντας, λένε, νύχτα ανοιχτά της Πέτρας, είδε ένα φως στην κορφή του βράχου, πήγε το άλλο πρωί και βρήκε την εικόνα εκεί. Ετσι χτίστηκε η εκκλησία, που έκτοτε συγκεντρώνει πιστούς από όλα τα χωριά της Λέσβου. Ενας άλλος θρύλος, μάλιστα, λέει πως κανείς δεν μπορεί να μετρήσει τα σκαλιά που οδηγούν στην κορφή. Οι? προσεκτικοί τα βγάζουν 114, συνήθως όμως μέχρι να φτάσεις στην εκκλησία έχεις χάσει το λογαριασμό και? φτου κι απ' την αρχή.
Ενα άλλο σημαντικό αξιοθέατο στην Πέτρα είναι το «αρχοντικό της Βαρελτζίδαινας», ένα παλιό αρχοντόσπιτο του 18ου αι., με εντυπωσιακά καλοδιατηρημένη ξυλόγλυπτη διακόσμηση και πλούσιες τοιχογραφίες. Πήρε το όνομά του από την τελευταία ιδιοκτήτρια που έζησε εδώ μέχρι τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο: σήμερα είναι ανοιχτό και επισκέψιμο για το κοινό (είσοδος δωρεάν).
Στην Πέτρα μην παραλείψεις να κάνεις μπάνιο στη μήκους 3 χλμ. παραλία της. Πρόσεξε όμως: τα νερά εδώ είναι? κυριολεκτικά «κρυστάλλινα», ήτοι τόσο κρύα που θέλει γερές αντοχές!
Fast Info
ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΩΝ ΓΑΤΕΛΟΥΖΩΝ
Το έφτιαξαν οι Βυζαντινοί, το αναστήλωσαν οι Βενετσιάνοι και οι Οθωμανοί ήρθαν για να βάλουν κι εκείνοι τη δική τους πινελιά πάνω του. Το κάστρο του Μόλυβου είναι το δεύτερο μεγαλύτερο στη Λέσβο, πίσω από εκείνο της Μυτιλήνης, και αποτελεί σημείο αναφοράς όχι μόνο για το χωριό, μα για ολόκληρο το νησί. Οταν οι Βυζαντινοί εγκατέλειψαν τη Λέσβο, το κάστρο περιέπεσε σε αχρησία για πολλά χρόνια, ώσπου το επισκεύασε στα 1373 ο Ενετός Φραγκίσκος Γατελούζος, εξ ου και αποκαλείται και «κάστρο των Γατελούζων».
Από το εσωτερικό του σήμερα δεν σώζονται πολλά πράγματα, αξίζει ωστόσο να κάνεις μια βόλτα για να δεις τη μεγάλη κεντρική καστρόπορτα, τους πυργίσκους και τις πολεμίστρες του και αν είσαι τυχερός, να παρακολουθήσεις κάποια εκδήλωση εδώ, με φόντο ολόκληρο το Αιγαίο?
Μανταμάδος: Οι μάστορες του πηλού
Ο Μανταμάδος είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση: χρωστά το όνομά του στην πλούσια κτηνοτροφική του παράδοση, δημιούργησε ολόκληρη σχολή αγγειοπλαστών που στο πείσμα των καιρών επιμένουν ακόμη να δημιουργούν κομψοτεχνήματα, και φιλοξενεί το μοναστήρι του πιο «άγριου» Αγιου της Λέσβου.
Είναι από εκείνα τα χωριά που πρέπει να φτάσεις σχεδόν στην είσοδό τους για να τα δεις. Αθέατος από μακριά, ένεκα του φόβου επιδρομών, ο Μανταμάδος (1.100 κάτοικοι) αποκαλύπτεται 37 χλμ. βόρεια της Μυτιλήνης, έπειτα από μια παραλιακή διαδρομή εξωπραγματικής ομορφιάς. Οι αμέτρητες κεραμιδοσκεπές σε βάζουν στο κλίμα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, και οι πετρόκτιστες κατοικίες του (από ντόπια πέτρα) σε πΟ Μανταμάδος ήταν ανέκαθεν χωριό κτηνοτρόφων, με μεγάλη παράδοση στα βοοειδή. Σ' αυτή μάλιστα την ασχολία των κατοίκων οφείλει και το όνομά του: «μαντάς» στην τουρκική γλώσσα θα πει «βόδι». Οχι βέβαια πως και η καλλιέργεια της ελιάς πήγαινε πίσω, όπως άλλωστε και σ' όλο το νησί. Η κτηνοτροφία, ωστόσο, ήταν εκείνη που έδωσε τη βάση και για την παραγωγή των εξαιρετικών γαλακτοκομικών που θα πάρουν το όνομα του χωριού και θα το κάνουν ξακουστό πολύ πέρα από τα στενά όρια του νησιού. Γάλα, γιαούρτι, τυριά, όλα φτιαγμένα με περισσή τέχνη από τους ντόπιους παραγωγούς, που πρέπει οπωσδήποτε να δοκιμάσεις εδώ για να πάρεις μια αυθεντική μανταμαδιώτικη γεύση.
Το χωριό άλλωστε ποτέ δεν είχε έλλειψη σε μαστόρους. Και από τους πιο επιδέξιους και μερακλήδες ήταν (και είναι) οι ντόπιοι αγγειοπλάστες. Μπορεί πια οι αυθεντικοί παραδοσιακοί αγγειοπλάστες να μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού, η πλούσια παράδοση της τέχνης, ωστόσο, διακρίνεται ακόμα. Ο Δημήτρης Κουβδής και ο Στέλιος Σταμάτης, από τους τελευταίους παραδοσιακούς αγγειοπλάστες, θυμούνται τους καιρούς που από τον Μανταμάδο έφευγαν καραβιές ολόκληρες με κουμάρια, τσικάλια, θυμιατά και λανίδες του γάμου... Οι εποχές πέρασαν, οι καιροί άλλαξαν, τα κεραμικά ωστόσο είναι ακόμα από τα «εξαγώγιμα» είδη του χωριού, που πρέπει να πάρεις μαζί σου από τον Μανταμάδο.είθουν για την αρμονική συνύπαρξη του χωριού με το περιβάλλον του.
Επίσκεψη στον Μανταμάδο, όμως, χωρίς προσκύνημα στο μοναστήρι του Ταξιάρχη, του πιο «φοβερού» άγιου της Ορθοδοξίας, δεν νοείται. Η μονή του αγίου είναι από τα πιο δημοφιλή προσκυνήματα στη Λέσβο και οι πιστοί που συρρέουν στη χάρη του έχουν πολλά να πουν για τα θαύματά του.
Η Συκαμιά η Γοργόνα
Οταν μπροστά σου απλώνονται τα πιο όμορφα ηλιοβασιλέματα, τότε η έμπνευση έρχεται πλούσια και δημιουργεί αξεπέρασματα αριστουργήματα. Πώς αλλιώς να εξηγήσεις την αίσθηση που σου προκαλεί η εξωπραγματική ομορφιά της Συκαμιάς;
Κι άντε ύστερα να δώσεις άδικο στον Στράτη Μυριβήλη που, όπως λένε, περνούσε ατέλειωτα απογεύματα κάτω από τη μουριά του λιμανιού, γράφοντας τα κορυφαία μυθιστορήματά του. Στη Σκάλα Συκαμιάς, στο απόμενο μα γραφικό και αβίαστα όμορφο χωριουδάκι στο βορεινό τέρμα της Λέσβου (51 χλμ. από τη Μυτιλήνη), θα βρεις ένα ιδανικό ησυχαστήριο, έναν μικρό παράδεισο που ακόμη (ευτυχώς) δεν έχει γνωρίσει τη σύγχρονη ανάπτυξη των τουριστικών υποδομών.
Ενα μικρό λιμανάκι, με ένα βράχο στην είσοδό του και πάνω του χτισμένο το εκκλησάκι της Παναγιάς της Γοργόνας, απ' όπου ο Μυριβήλης εμπνεύστηκε το ομώνυμο βιβλίο του, άλλο ένα σήμα-κατατεθέν της Λέσβου.
Αυτό είναι όλο κι όλο το χωριό της Σκάλας, κι έπειτα κάποιες ταβερνούλες δίπλα στο κύμα για πεντανόστιμη μυτιληνιά κουζίνα, με πιάτα βασισμένα σε παραδοσιακές συνταγές. Οσο για το μπάνιο σου, μπορείς να επιλέξεις είτε την παραλία της Σκάλας είτε τα βοτσαλωτά Κάγια, λίγο παραπέρα. Τρία χιλιόμετρα βορειότερα βρίσκεται η «μητρόπολη» της Σκάλας, η Συκαμιά, αμφιθεατρικά χτισμένη στην πλαγιά του λόφου, με ασύγκριτη θέα στη θάλασσα και στα απέναντι μικρασιατικά παράλια.
Αξίζει τον κόπο να περιδιαβείς τα καλοφτιαγμένα της δρομάκια, να δεις την όμορφη βασιλική της Αγίας Φωτεινής, καθώς και το πατρικό σπίτι του Μυριβήλη.
ΤΑΞΙΑΡΧΗΣ: Ο «ΑΓΡΙΟΣ» ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ
Η απόκοσμη μορφή, φτιαγμένη από κερί και χώμα ποτισμένο με αίμα, είναι από τα πιο «φοβερά» προσκυνήματα σ' ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο. Είναι η εικόνα του Ταξιάρχη Μιχαήλ, στον Μανταμάδο με το ανάγλυφο πρόσωπο του θαυματουργού προστάτη της Λέσβου, που όμοιά της δεν υπάρχει πουθενά.
Πολλά είναι τα προσκυνήματα στη Λέσβο, από την Αγιάσο και την Πέτρα μέχρι τη Μονή Υψηλού και τον Αγιο Ραφαήλ. Και σε όλα συρρέουν οι πιστοί με κατάνυξη και προσμονή· στον Ταξιάρχη του Μανταμάδου όμως έρχεσαι και με... φόβο. Γιατί εδώ θα δεις τη μοναδική ανάγλυφη εικόνα της Ορθοδοξίας, την εικόνα του Ταξιάρχη Μιχαήλ, που όσο φοβερή είναι στην όψη, άλλο τόσο πόνο κρύβει η ιστορία της.
Πριν από κάμποσους αιώνες, όταν οι πειρατές λυμαίνονταν τις θάλασσες, Σαρακηνοί επιτέθηκαν στον Στένακα, έναν οικισμό που βρισκόταν τότε κοντά στον σημερινό Μανταμάδο. Οι πειρατές χτύπησαν και το μοναστήρι του Ταξιάρχη και κατέσφαξαν όλους τους μοναχούς (πλην ενός), πριν, σύμφωνα με την παράδοση, βρουν και οι ίδιοι τον θάνατο από την οργή του Αρχάγγελου. Λέγεται, λοιπόν, πως ο μοναχός που επέζησε, ο Γαβριήλ, πήρε κερί και χώμα ανακατεμένο με το χώμα των σφαγμένων καλογέρων και έφτιαξε με τα χέρια του την ανάγλυφη εικόνα του Ταξιάρχη.
Μαύρος στην όψη, με τραχιά χαρακτηριστικά, ο άγιος φαίνεται να αλλάζει όψη κατά καιρούς, ανάλογα λένε με τη διάθεσή του. Αλλοτε, άγριος και απόμακρος, άλλοτε πιο γλυκύς και ήπιος, ο Ταξιάρχης υποδέχεται τους προσκυνητές δίπλα ακριβώς στην είσοδο της σημερινής μονής. Και οι πιστοί του προσφέρουν τα δικά τους δώρα, τάματα, τιμαλφή, πολύτιμα αντικείμενα Και βέβαια αμέτρητα ζευγάρια σιδερένια παπούτσια, που τα αφήνουν μπροστά στην εικόνα του, για να τα «περπατήσει» ο άγιος, που πάντα κυνηγά και εκδικείται όσους αθετούν τον λόγο τους. Και πράγματι, έπειτα από λίγο καιρό τα σιδερένια παπούτσια «λιώνουν» από τη χρήση και οι πιστοί αφήνουν άλλα, καινούργια, για να συνεχίσει ο Αρχάγγελος το έργο του.
Αν ψάχνεις μία αφορμή για να δεις από κοντά τον «φοβερό» άγιο της Λέσβου, δεν υπάρχει καλύτερη από το πανηγύρι του Ταξιάρχη, την Κυριακή των Μυροφόρων, που συγκεντρώνει κόσμο από ολόκληρο το νησί.
Κι απέ στην Εφταλού...
Το τραγούδι λέει «να πάμε από την Πέτρα ως τον Μόλυβο ξυπόλητοι κι απέ στην Εφταλού...». Δεν είναι απαραίτητο να πας ξυπόλητος, σαν έρθεις όμως στην Εφταλού θα διαπιστώσεις και μόνος σου πως μόλις έκανες ένα υπέροχο δώρο στον εαυτό σου!
Σε απόσταση αναπνοής από τον Μόλυβο (4 χλμ.), η Εφταλού είναι για τους Μυτιληνιούς -και για όσους... αισθάνονται Μυτιληνιοί!- συνώνυμο της γαλήνης. Καταφύγιο και πηγή έμπνευσης του Ηλία Βενέζη, είναι μια περιοχή που ποτέ δεν έφτασε να γίνει αυτό που λέμε «οικισμός», «χωριό», κι όμως είναι τόσο όμορφη που λες «πώς γίνεται να μην κατοικήθηκε τούτος ο παράδεισος;».
Ισως γιατί εδώ βρίσκονται τα περίφημα ιαματικά λουτρά της Εφταλούς και κανείς δεν θέλησε ποτέ να διαταράξει τις λεπτές φυσικές ισορροπίες. Πλούσια σε χλωριούχο λίθιο, αμμώνιο, κάλιο, νάτριο και άλλες ουσίες, τα νερά της Εφταλούς πηγάζουν από χλωρονατριούχο ραδιενεργό πηγή και ενδείκνυνται για παθήσεις όπως χρόνιους ρευματισμούς, αρθρίτιδες, ισχιαλγίες, οσφυαλγίες, χολολιθιάσεις, στηθικά νοσήματα, χρόνιες εκφυλιστικές αρθροπάθειες, παραδοντοπάθειες και αρκετές ακόμη.
Να θυμάσαι, βέβαια, πως στην Εφταλού θεραπεύεται και η πιο σημαντική «ασθένεια» της εποχής μας: μια βουτιά στα γαλανά νερά της θάλασσας εδώ είναι το καλύτερο αγχολυτικό, ο ιδανικότερος τρόπος «φόρτισης» των μπαταριών και πλήρους αναζωογόνησης ψυχή τε και σώματι...
ΦΑΓΗΤΟ
Συνώνυμο του καλού και πλούσιου φαγητού, ο «Βαφειός» (Βαφειός, τηλ. 22530 71752) θα σας μυήσει στους ντόπιους μεζέδες και στα μαγειρευτά, με ακατανίκητες προτάσεις το αρνί με ρεβίθια και το αρνάκι στη γάστρα. Στο λιμανάκι του Μόλυβου μην παραλείψετε να τιμήσετε την ντόπια κουζίνα στο «Χταπόδι» (Μόλυβος, τηλ. 22530 71317), με ό,τι θαλασσινό τραβάει η ψυχή σας. Δοκιμάστε μελανούρια, σκαθάρια και συναγρίδα, ενώ αν επιμένετε για μαγειρευτά, επιλέξτε κάτι από τον πλούσιο κατάλογο. Στην Εφταλού απολαύστε τοπική μαγειρική στη «Χρυσή Ακτή» (Εφταλού, τηλ. 22530 71879). Στη Συκαμιά θα καθίσετε σίγουρα κάτω από τη Μουριά του Μυριβήλη στη «Σκαμνιά» (Σκάλα Συκαμιάς, τηλ. 22530 55319) για απίθανο λιαστό χταπόδι, εξαιρετικά παστά για το ούζο σας, αλλά και αστακούς κατευθείαν από το ενυδρείο. Δοκιμάστε επίσης φρέσκα ψάρια και θαλασσινά στην «Ανεμόεσσα» (Σκάλα Συκαμιάς, τηλ. 22530 55360), δίπλα στο εκκλησάκι της Παναγιάς της Γοργόνας.
Εξαιρετικό αφιέρωμα της εφημερίδας "ΕΘΝΟΣ"
Αν σας
άρεσε το θέμα κάντε ένα "Like" και κοινοποιήστε το στους Φίλους
σας...!
Αν σας αρέσει
η σελίδα μας. Πατήστε μου αρέσει για την σελίδα μας στο facebook.